Κυριακή, Αυγούστου 07, 2016





Καμιά φορά σκέφτομαι, μην πυροβολείτε τον μετανάστη.
Αρκετά πυροβολεί ο ίδιος τον εαυτό του.

Μέσα στο λεωφορείο, ακούω ραδιόφωνο, δίπλα μου δυο αγοράκια μασουλάνε ένα γλειφιτζούρι, η γλώσσα τους έχει γίνει μπλε. Έχει ήλιο και φυσάει ένα ωραίο αεράκι, είναι σαν άνοιξη, αλλά αυτό είναι εδώ το καλοκαίρι μας.

Σκέφτομαι ότι η ζωή μου είναι εδώ, πάω να βρω τους φίλους μου εδώ και στο μεταξύ μιλάω με τους φίλους μου εκεί, ανταλλάσσουμε θραύσματα, αιτιατικές, αφηγήσεις, μισές και κοφτές φράσεις, τις ειδήσεις σε τίτλους.

Κι εδώ αισθάνομαι πολλές φορές μόνη μου, με την ατελείωτη λίστα των πραγμάτων που έχω να κάνω κάθε μέρα, με την ατελείωτη λίστα των αποφάσεων που πρέπει να παίρνω διαρκώς, άτιμε τρίτε δρόμε, Ρολάν αν υποψιαστώ ότι μου είπες ψέματα....πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο, κάτι που δεν είναι προς καμία κατεύθυνση αλλά πάνω από αυτές.

Και η μη απόφαση είναι απόφαση αλλά όταν κάνεις διαρκώς προσθαφαιρέσεις με το που μπει ο μήνας και πριν ακόμα ξεκινήσει το μηνιάτικο, έχεις ήδη κουραστεί. Και τις Κυριακές κάθεσαι με το παράθυρο ανοιχτό, και κάνεις δουλειές και υπολογισμούς, και τη Δευτέρα ξυπνάς στις 6 από το άγχος και αυτό γίνεται για βδομάδες, για μήνες.

Ενώ κατά βάθος έχεις καταφέρει αρκετά, κάμποσα, για κάποιους πάρα πολλά, περισσότερα απ’ όσα φαντάζονταν ή νόμιζαν ότι θα κατάφερνες ποτέ, σίγουρα παραπάνω από όσα νόμιζες εσύ για τον εαυτό σου, πολλές φορές αναρωτιέσαι ποιά εκδοχή σου να είναι αυτή άραγε; την υποψιαζόσουν ότι υπάρχει; είμαστε προιόν των συνθηκών μας, όταν παίρνουμε βαθιές ανάσες στην τουαλέτα της δουλειάς για να μην πάθουμε κρίση πανικού στις 9 το πρωί.

Προσπαθώ να ξηλώσω, να γδάρω αν γίνεται από πάνω μου το DNA, να σταματήσει να είναι παράγοντας, να σταματήσει να επεμβαίνει. Γίνεται να έχουμε την δική μας αφήγηση όταν επαναλαμβάνουμε διαρκώς αυτήν που ξέρουμε ήδη τόσο καλά ; Την επαναλαμβάνουμε στους ανθρώπους που επιλέγουμε, σε αυτά που ακούμε - πολλές φορές σκέφτομαι, όχι άλλο, πραγματικά, αλλά είμαστε προβλέψιμα όντα, τις περισσότερες φορές.

Πολλές φορές νιώθω ότι απλώνω το χέρι, θέλω να το απλώσω, θέλω να εμπιστευτώ, και μετά το τραβάω απότομα, φοβισμένη, σίγουρη ότι ο άλλος θα το κόψει, δεν το θέλει, ότι φταίει το χέρι μου και όχι αυτός που δεν ξέρει τι να το κάνει.

    Look, stranger, on this island now
    The leaping light for your delight discovers,
    Stand stable here
    And silent be,
    That through the channels of the ear
    May wander like a river
    The swaying sound of the sea.



eXTReMe Tracker