Τετάρτη, Νοεμβρίου 30, 2005

Το παιδί της παραμονής



Όταν είμαι στην Αγγλία και ακούω Smiths (βουτιά στο κλισέ), καταλαβαίνω τον Morrissey. Την πρώτη φορά στο τρένο, είδα τόση ομίχλη και τόσες πίσω αυλές, ώστε μου φάνηκε πως είδα τον Moz να απλώνει την μπουγάδα του, καπνίζοντας ανόρεχτα.

Ειδικά όταν ακούω το Reel around the fountain, σκέφτομαι εκείνη την αγκαλιά που δεν τελείωνε λόγω απελπισίας, άγνοιας, με ολίγη από επιθυμία, γιατί φιλιόμασταν για τόση ώρα ενώ μόλις είχαμε πει ότι δεν θα το ξανακάνουμε, ότι δεν θα ξανακάνουμε τίποτα από όσα κάναμε διαρκώς. Και μετά όταν σε είδα ξανά μετά από μήνες, μου φάνηκες ξένος και μου έλειψες. Δεν θα το μάθεις ποτέ γιατί έτσι πρέπει – αυτό δεν λένε στα φωτορομάντζα; Έτσι δεν κάνουν στις ιστορίες που μόνοι μας εικονογραφούμε; Μιλάμε και δεν καταλαβαινόμαστε, γι’αυτό κοιταζόμαστε, συχνά και πολύ ώρα. Γιατί να μιλάμε λοιπόν; Καλύτερα να κοιταζόμαστε, μήπως και συνεννοηθούμε. Εκεί που φιλιόμασταν, έφυγε το σκουλαρίκι μου και μου λες απ’ τ’ αυτί σου έπεσε ο ένας κρίκος – μετά γελάσαμε. Πως γίνεται και νοσταλγούμε το συναίσθημα και έπειτα εκείνον που το προκάλεσε. Ανωμαλία; Χαζομάρα; Το συναίσθημα – το στομάχι που βυθίζεται, τα λόγια που δεν βγαίνουν, τα χέρια που ψάχνουν, τα μάτια που διψάνε για εικόνες, το αίσθημα της αναμονής. Και μετά σχηματίζεται ένα πρόσωπο, θολό, μακρινό, που ξέρεις ότι κάποτε ήταν αγαπημένο – ή έστω, αντικείμενο επιθυμίας. Μπορεί να το δεις ξανά αλλά θα είναι ένα άλλο πρόσωπο, όχι αυτό που επιθύμησες – αυτό θα έχει μείνει εκεί που πάνε όσα δεν είναι πια εδώ. Μη μου πεις ότι τα τρώει η μαύρη τρύπα του χρόνου, γιατί δεν έχεις αποδείξεις. Βέβαια, ούτε κι εγώ έχω αποδείξεις για το αντίθετο, αλλά δεν πειράζει. Ούτε και έχει καμιά σημασία. Όπου και νάναι, δεν είναι εδώ.
Και τώρα έχεις όσο χώρο θέλεις για νέες ιστορίες, για νέες ήττες, για νέες συντριβές, νέα μάτια, νέα χέρια που θα κάνουν τη νοσταλγία σου να λιώσει σαν το κερί στα χέρια του Γκόρτσακοφ.

And the only true happiness this way lies
eXTReMe Tracker