Πέμπτη, Αυγούστου 11, 2005

Woke up in a strange place


Μια αγαπημένη φωνή ακούγεται στο τηλέφωνο τόσο στενοχωρημένη όσο δεν αντέχω. Θυμώνω με τον εαυτό μου που δεν είμαι δίπλα της τώρα που με χρειάζεται και ως φυσική παρουσία εκτός από μια φωνή στο τηλέφωνο. Θυμώνω με όσους την πληγώνουν και μάλιστα το κάνουν με τόσο φυσικό τρόπο, σαν να μην τρέχει δίφραγκο. Κι εκείνη, όπως κι εγώ τόσες φορές, αναρωτιέται τι έχει κάνει λάθος και τι άλλο πρέπει να κάνει. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει.

Τίποτα δεν πρέπει να κάνεις. Έχεις ήδη κάνει τόσα πολλά. Για όλους. Κάπου μέσα εκεί ήσουν κι εσύ, κυνηγώντας αυτό που είχες ονειρευτεί, κάνοντας τα πάντα by the book, ακολουθώντας μέχρι και τις υποσημειώσεις. Ασάλευτη, with your eyes on the prize, σίγουρη ότι θα το πετύχεις. Και είχες κάθε λόγο να το πιστεύεις. Κι εγώ να σε θαυμάζω και να βλέπω πόσο εγώ αφήνομαι στα πράγματα πολλές φορές, περιμένοντας να μου πουν κι αυτά τη γνώμη τους, πριν καταλήξουμε στο οτιδήποτε – ή στο τίποτα (πολλές φορές).

Όλα αυτά για χρόνια. Φαίνεται πως είχε αποτέλεσμα. Όσες πιέσεις και να δεχόσουν, ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκες. Περήφανη, σίγουρη, αυστηρή. Γεμάτη ευαισθησίες και ανάγκη για αγάπη, όπως όλοι. Και ξαφνικά, κάποια πράγματα από αυτά που είχες ποντάρει δεν πήγαν όπως τα περίμενες. Και το φαβορί μας τη βγήκε από δεξιά και μείναμε να τρώμε τη σκόνη του. Συνέβη το απροσδόκητο, το παράξενο, το κουλό, το δεν-είναι-δυνατόν. Και μετά συνέβησαν κι άλλα, σαν κάποιος να έριξε το μπαλάκι πάνω στο πρώτο ντόμινο και να πήρε σβάρνα τα πάντα. Πλήρης απώλεια ελέγχου. Κάπως τα έφερε η ζωή και σε γέμισε εκπλήξεις και δοκιμασίες, αμφισβήτησε το σύστημά σου. Μη σου πω και το δικό μου...(που δεν έχω). Κι αυτό σε φόβισε. Που πήγαν αυτά στα οποία στηριζόμουν;

Αυτά στα οποία στηριζόσουν, στηρίχτηκαν κι αυτά πάνω σου, ξαπόστασαν, άναψαν τσιγάρο και τώρα κάθονται και απολαμβάνουν τη θέα, λες κι εσύ δεν είσαι εκεί. Τι κι αν φώναξες, αν κλώτσησες, αν μίλησες, αν διεκδίκησες, άντε να αλλάξανε πλευρό. Για ποιό λόγο ξαφνικά έγινες αόρατη; Τι ακριβώς δεν είναι κατανοητό; Δεν φταις εσύ. Όταν ο άλλος έχει βολευτεί μέσα στην εικόνα που έχει για τον εαυτό του και έχει φροντίσει κάπου εκεί μέσα να βολέψει και σένα ώστε να ταιριάζεις, δεν τον ενδιαφέρει όσο θόρυβο κι αν κάνεις ζητώντας κάτι άλλο. Το κάτι άλλο θα τον ξεβόλευε επικίνδυνα. Κι αυτό φοβάμαι ότι ισχύει για όλους τους ενδιαφερόμενους.

Πόσες φορές με είχες ρωτήσει «πως μπόρεσες να κάνεις το ένα ή το άλλο». Δεν ξέρω πως μπόρεσα. Ξέρω ότι το ήθελα τόσο που απλά δεν μπορούσα να μην το κάνω. Κι εσύ τώρα θέλεις. Φαίνεται. Κι επειδή θέλεις, φοβάσαι. Κι όταν φοβόμαστε, είναι πολύ εύκολο για τους άλλους να μας φέρουν κολλάρο τις προσδοκίες τους, να μας βάλουν ψύλλους στ’αυτιά για τις επιλογές μας, να μας δημιουργήσουν ενοχές για ό,τι σκεφτόμαστε να κάνουμε. Όλοι αυτοί, όμως, δεν είναι ΕΣΥ. Εσύ που κάθε πρωί πρέπει να ξυπνάς με την επιλογή σου και να βρίσκεις τρόπους να την υποστηρίζεις. Μήπως τελικά υποστηρίζεις την επιλογή των άλλων; Δεν ήξερα τι να σου πω. Ήθελα να έρθω και να πλακώσω στις μάπες όποιον τόλμησε να σε στενοχωρέσει (και ξέρεις ότι είμαι αρκετά τρελή ώστε να το κάνω κιόλας). Ποιός ο λόγος να νιώθεις ενοχές; Σε τέτοιες περιπτώσεις, κάποιος κερδίζει αυτό που χάνει ο άλλος ή το ανάποδο. Μπλέκονται πολλοί άνθρωποι, πολλές προσδοκίες, πολλά πλάνα. Γιατί απλά έτσι συμβαίνει. Τι να κάνεις για το ελέγξεις όταν απλά δεν ελέγχεται; Γιατί να μην υποστηρίξεις αυτό που νιώθεις και θέλεις όταν οι άλλοι φαίνεται ότι το κάνουν με τόση άνεση και μάλιστα εις βάρος σου; Εσύ ήσουν απόλυτα ειλικρινής (σε βαθμό εκκωφαντικό) και ευθύς. Δεν κρύφτηκες. Οι άλλοι τα μάσησαν και με κάτι μισόλογα του κώλου, προσπάθησαν να πείσουν για την αγάπη τους, το ενδιαφέρον τους, την έννοια τους. Άντε και δεν την αμφισβητείς. Δεν είναι, όμως, ύποπτη μια τέτοια αγάπη του καναπέ, που δεν ξεβολεύεται; Δεν γίνεται να είναι εκ του ασφαλούς τόσο πολύ. Δεν γίνεται να μη σε βλέπει – να μη σε βλέπει να ξυπνάς το πρωί. Δεν γίνεται να είναι τα πράγματα στο flatline – είναι τρομακτικό.

Επειδή μου τελειώνουν οι σοφίες (είναι γύρω στις 35 το σύνολο και συνδυαστικά τις εξαντλώ όλες κατά καιρούς), κι επειδή βράζω που σε σκέφτομαι μόνη σου να παλεύεις με το θεριό, σκέψου μήπως το θεριό είναι ο εαυτός σου και δείξτου λίγη επιείκεια. Προσπάθησε να δεις τι είναι αυτό που μπορεί να γίνει πρώτα και κύρια για σένα και όχι για τους άλλους. Αυτό που είχες ανάγκη να νιώσεις, σωματοποιήθηκε μπροστά σου και συνέβη, όπως συμβαίνει όταν έχουμε κάτι πολύ ανάγκη. Κι αν δεν είναι αυτό που έχεις ονειρευτεί, σίγουρα δεν έχει μικρότερη αξία. Γι’αυτό που είναι, όπως είναι αξίζει πολλά. Κι εσύ αξίζεις ακόμα περισσότερα από όσα μπορεί ο καθένας να φαντάζεται ή να θέλει για σένα. Αξίζεις τα πάντα. Γιατί μπορείς να γελάς δυνατά πίνοντας μόνο δυό καράφες νερό και να διαβάζεις κάτω από τα αρμυρίκια, να οδηγείς νύχτα σε οδικά δίκτυα αμφιβόλου ηθικής και ασφαλείας και να διαλέγεις μαγνητάκια για το ψυγείο. Γιατί μπορείς να φροντίζεις τον άλλον τόσο φυσικά και απόλυτα, κάνοντάς τον να θέλει να τον φροντίζεις για πάντα. Γιατί πάντα έχεις να δώσεις ακόμα κι όταν φοβάσαι ότι δεν θα μπορέσεις ξανά.

Και μη νομίζεις....η θάλασσα θα μας περιμένει εκεί που την αφήσαμε.

Can't stop loving
Can't stop what's is on its way
And I see it coming and it's on its way

1 Comments:

Blogger Rainman said...

Διαβάζω αυτά που γράφεις και τα νιώθω οικεία. Οι δρόμοι και τα σοκάκια είναι διαφορετικά αλλά τα μέρη στα οποία οδηγούν είναι τα ίδια.

Τυχεροί οι φίλοι σου που σε έχουν. Να είσαι καλά!

10:50 π.μ., Αυγούστου 11, 2005  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home

eXTReMe Tracker