
Κάπως έτυχε μέσα στις διακοπές (τον πρώτο γύρο) και ανάμεσα στην ξαπλώστρα, τα after sun, τις μπύρες στη βεράντα, τα πολλά στριφτά και το Transformations να παίζει στο βάθος, έκανα συζήτηση για επενδύσεις. Και τη διαφορά ανάμεσα σε επενδύσεις και απαιτήσεις.
Ομολογώ ότι δεν την είχα σκεφτεί ποτέ – αλλά γι’αυτό είναι οι φίλοι, για να μας ξεστραβώνουν. Δεν είχα σκεφτεί σε βάθος αυτή τη διαφορά, αν υπήρχε καν διαφορά, για να είμαι ειλικρινής. Ποιός δεν κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια; Κανείς...έχω κάνει αυτό το λάθος πολλές φορές. Να προσπαθώ τόσες φορές να καταλάβω τον άλλον, να κατανοήσω τη μαλακία του και να συμπαρασταθώ στο (άλυτο) πρόβλημά του, ώστε υποτιμούσα τη δική μου κατάσταση. Πως καταλαβαίνεις τον άλλον περισσότερο από τον εαυτό σου;
Τελικά, όπως είπε και ο πατέρας στο τέλος του Dogville, ποιά νομίζεις ότι είσαι; Τους συγχωρείς γιατί θεωρείς τον εαυτό σου καλύτερο και άρα είσαι αλαζόνας. Τα έχουν αυτά οι Σκανδιναβοί (Τρίερ, Μπέρκγμαν, κου λου που).
Μάλλον κι εγώ αλαζόνας ήμουν. Όταν είδα την ταινία, πήρα τηλέφωνο τη Δασκάλα και της είπα Λοιπόν, τέρμα οι καλοσύνες. Κάτω ο φασισμός του μέσου όρου. Τέρμα τα cosi fan tutte και τα έλα-μωρέ-το-κακόμοιρο. Τέρμα τα μέχρι-εκεί-πάει-το-μυαλό-του. Και τι με νοιάζει εμένα;; να πάει και παρακάτω! Το δικό μου δηλαδή γιατί πηγαίνει; Μάνα δεν με έκανε και μένα; Να σταματήσω και γω στην αλφαβήτα και να πω δεν μπορώ παρακάτω. Φτάνει με τον εξανθρωπισμό και τις ιεραποστολικές διακονίες και τα ιδρύματα απόρων κορασίδων. Δεν μου πάνε οι φιλανθρωπίες βρε αδερφέ, δεν γουστάρω να γίνω μούμια σαν τη Βαρδινογιάννενα, που το μόνιμο μέικ απ έχει ποτίσει το δέρμα της και δεν βγαίνει ούτε με γυαλόχαρτο και να φοράω ταγιεράκια Chanel. Άι σιχτίρ.
Καλά όλα αυτά. Άντε και κόβεις τις φιλανθρωπίες (μεγάλο πράγμα το οσιομαρτυριλίκι). Άντε και είσαι οκέι με την πάρτη σου, και μπαίνεις στο χορό να χορέψεις. Και άντε προσπαθείς να χορέψεις αλλά δεν έχεις καλό παρτενέρ (όσοι κάνουν οποιοδήποτε είδος χορού μπορούν να το εκτιμήσουν). Με αποτέλεσμα να πατάτε συνέχεια ο ένας τον άλλον, να κουτουλάτε...πάντως δεν χορεύετε.
Τι σημαίνει επενδύω; Τι να σημαίνει – σημαίνει περιμένω (αυτός που περιμένω δεν θά ρθει από τ’ αστέρια, κι άλλα παρόμοια). Σημαίνει έχω ρίξει χρόνο, κόπο, αίμα δάκρυα κι ιδρώτα και περιμένω την απόδοση, να δω κι εγώ το κατιτίς μου βρε αδερφέ. Κάτι να με αποζημιώσει. Όλα αυτά βέβαια μπορεί να τα έχω κάνει χωρίς ο άλλος να μου έχει δώσει κανένα tip που να αξίζει τον χρόνο/κόπο μου, το έχω κάνει τελείως αφ’ εαυτού μου, έτσι, επειδή γουστάρω. Με τον τρόπο μου – που δεν είναι απαραίτητα ο τρόπος του άλλου. Μπορεί λοιπόν να περιμένω αιωνίως για την απόδοση που δεν έρχεται και οι μετοχές μου να κατρακυλάνε πριν προλάβω να πω Πούλα, πούλα! Έτσι οι μπαταρίες μου μένουν άδειες και γω ψάχνω φορτιστή – ή απλώς άλλες μπαταρίες.
Τι σημαίνει απαιτώ; Σημαίνει χτυπάω το χέρι μου στο τραπέζι, σουφρώνω τα χείλια μου και λέω «Τώρα θέλω!», όπως όταν ήμουν μικρή (αν και δεν τα έκανα αυτά, απλώς έκανα ή έπαιρνα αυτό που ήθελα χωρίς δηλώσεις). Σημαίνει πως έχω κάνει ό,τι μπορώ και μετά απαιτώ να κάνεις τα ίδια και περισσότερα γιατί τα αξίζω και γιατί αν δεν τα κάνεις, αλίμονό σου. Μπορεί κανείς να έχει απαιτήσεις από έναν άνθρωπο που σαφώς και προφανώς είναι περιορισμένης ευθύνης, που βλέπεις ότι δεν τσουλάει το πράγμα, που δεν τραβάει στην ανηφόρα; Μπορεί – γιατί τον έχουμε επενδύσει με ένα κάρο χαρακτηριστικά που δεν έχει (επειδή τον γουστάρουμε κι είναι επιλογή μας), τον πλάσαμε στο κεφάλι μας (I think I made you up inside my head) και άρα, μπορεί και παραμπορεί. Αλλά δεν.
Τι από τα δύο είναι χειρότερο;
Τίποτα.
Όσες φορές κι αν κάνω αυτή τη συζήτηση, που βάζει τα πράγματα σε ένα λογικό πλαίσιο, που αποδίδει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και είναι απολύτως σωστή (στη συζήτηση), δεν μπορώ να απαντήσω στο ερώτημα: υπάρχει άνθρωπος χωρίς προσδοκίες; Πρέπει να αφηνόμαστε και να μην περιμένουμε/ απαιτούμε/ θέλουμε τίποτα από κανέναν; Πρέπει να περνούν οι μέρες μας με βλέματα αγάπης πάνω από τις λακούβες, λόγια μηδενικής επίδρασης, ανάλαφρης και στιγμιαίας φόρτισης, χωρίς day after; Ποιός μπορεί απλώς να περιφέρεται;
Πόσο πιο ουσιαστική είναι μια ανάλαφρη μέρα, με βόλτες, χάχανα, καφέδες, κουτσομπολιό, ψυχολογική στήριξη, όταν την περνάς με έναν άνθρωπο που αγαπάς, στον οποίο έχεις επενδύσει και ο οποίος έχει επενδύσει σε σένα, με τον οποίο σας συνδέει μια συνομωσία, ένας κώδικας που μόνο εσείς καταλαβαίνετε – και δεν είναι μια ακόμα-μέρα-στους-δρόμους-επειδή-δεν-είχα-τίποτα-καλύτερο-να-κάνω.
Πιστεύω ότι είναι πολύ χειρότερο να μην περιμένει κανείς τίποτα από εσένα από το να περιμένει – αν δεν περιμένει, μπορεί να σημαίνει πως δεν έχεις και τίποτα να του δώσεις (ή έστω, αυτό να πιστεύει κι εκείνος). Αν περιμένει, ίσως και να πιστεύει σε σένα περισσότερο από ότι εσύ ο ίδιος...
Μέχρι να ξεδιαλύνω τη διαφορά, λέω να το παίξω εκ του ασφαλούς. Δηλαδή: κάνω ένα βήμα πίσω (πάντα βοηθάει) και κυρίως, αν είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, κοιμάσαι πολύ καλύτερα το βράδι.
If I could change, change everythingIf I could change my name, learn to forgiveThere's never been a better time
There will never be a greater time